Τετάρτη 9 Μαΐου 2018

Το πέρασμα των σεισμών-Γιαννέλος Κατσέλης


Tο πρόβλημα με τους λαϊκούς ποιητές, είναι ότι δεν κρατούσαν αρχείο, πολλές μάλιστα φορές, τα ποιήματά τους τα διέδιδαν μονάχα προφορικά, από στόμα σε στόμα. Αυτό έχει ως συνέπεια να μην υπάρχουν συνήθως διασωσμένα ποιήματά τους. 
Θα ήθελα να αναφερθώ στον Γιαννέλο Κατσέλη, ο οποίος -λένε- σκάρωνε πολύ όμορφα ποιήματα, τα οποία όμως δυστυχώς, δεν έχουν διασωθεί. Γι' αυτό, αισθάνομαι πολύ περήφανος σήμερα, που είχα την προνοητικότητα να διασώσω κάποτε ένα ποίημά του. 
Θα πρέπει να ήταν γύρω στα 1984 με '85. Ήμουν φοιτητής. Κάτι πήρε τ' αυτί μου, πως ο Γιαννέλος είχε γράψει ένα ποίημα για τον μεγάλο σεισμό του '81 που γκρέμισε τις Πλαταιές και το Καπαρέλλι. Πλησίασα τον μπάρμπα Γιάννη και τον ρώτησα, έχοντας φροντίσει από πριν, να έχω μαζί μου στυλό και χαρτί. Ο μπάρμπα Γιάννης, χωρίς να χάσει καιρό, μου απάγγειλε από στήθους το ποίημα και το αντέγραψα. Έμεινε για χρόνια κάπου μέσα στα χαρτιά μου, μα σήμερα ως εκ θαύματος το βρήκα!
Περίμενε εκεί κιτρινισμένο, τσαλακωμένο μα έξοχο! Είχα χρόνια να το διαβάσω και μου έκανε εντύπωση η αρτιότητα του στίχου, ο τέλειος ρυθμός, η εμπνευσμένη ομοιοκαταληξία και η αναπαραστατική ζωντάνια του ποιήματος. Και όλα αυτά, από έναν λαϊκό ποιητή. Από έναν άνθρωπο που έχω την εντύπωση πως έχει βγάλει μόνο το δημοτικό. Ο Γιαννέλος Κατσέλης ήταν μεγάλο ταλέντο. Δυστυχώς έβλεπε τη δημιουργία ποιημάτων ως πέμπτη και έκτη ασχολία. Μα έστω κι έτσι, είναι κρίμα που δε φρόντισε να διασώσει τα ποιήματά του (δε γνωρίζω βέβαια εάν υπάρχει κάποιο αρχείο που δεν έχω υπόψιν μου).
Παραθέτω λοιπόν το ποίημα, για να θαυμάσετε την αυθεντική του δεινότητα. Είναι σπάνιο δείγμα της δουλειάς του. Το ποίημα θα πρέπει να γράφτηκε μετά τους σεισμούς ανάμεσα στο 1981 και 1983. Ο Γιαννέλος Κατσέλης καταγόταν από την Καλλιθέα Θηβών. Γεννήθηκε το 1934 και πέθανε το 2011. Ήταν αγρότης.






Το πέρασμα των σεισμών

Αν θες ν' ακούσεις κλάματα, κακό να δει ποιος θέλει
ας πάει εκεί στις Πλαταιές, ας πάει στο Καπαρέλλι
εκεί θα δει καταστροφή, εκεί θα δει τον τρόμο
θα δει και του Εγκέλαδου, τον φοβερό τον δρόμο

-Ξένε μου καλωσόρισες, μα το καημό μου μέτρα
μη μου ζητήσεις κάθισμα, κάτσε σ' αυτή τη πέτρα
κάθισε ξένε να σου πω, όσα εσύ δεν είδες
για το κακό που έφτασε, απ' τις Αλκυονίδες

Σ' αυτό το τόπο που θωρρείς, τώρα τη δυστυχία
εδώ χαρά βασίλευε και μόνο ευτυχία
μα ήλθε μια νύχτα φοβερή, με άχαρο σκοτάδι
που λες και άνοιξε η γη, για να μας πάει στον Άδη

της γης τα σπλάχνα έβγαζαν, βροντές φριχτές και λάμψη
που όλα είναι αδύνατον κανείς να περιγράψει
Η ώρα ήταν δώδεκα που σβήσανε τα φώτα
κι οι άνθρωποι δεν έβλεπαν, να φτάσουνε στη πόρτα

Σφίγγαμε τόσο την καρδιά, που την τρυπούσε βέλος
και όλοι ενομίσαμε, πως έφτασε το τέλος
τριγύρω μας αρχίσανε, τα σπίτια να γκρεμίζουν
κι οι άνθρωποι -έβλεπες παντού- με πόνο να δακρύζουν

Πολλές ανάψαμε φωτιές τη νύχτα του θανάτου
και ο σεισμός συνέχιζε, το μαύρο πέρασμά του
Απ' τον σεισμό ακούστηκε ο ήχος της καμπάνας
μ' ακούστηκε σπαραχτικά και η φωνή της μάνας

που απ' τον φόβο έτρεξε στον δρόμο, μα θυμάται
πως είχε αφήσει το μωρό, στην κούνια να κοιμάται
Στους δρόμους έβλεπες παντού, παιδάκια τρομαγμένα
σαν τα πουλιά που ο κυνηγός, τάχει τουφεκωμένα

Παίρνω τα τρία μου παιδιά, δοκίμασα να φύγω
στην πόρτα κοντοστάθηκα, θυμήθηκα για λίγο
η μάνα εκατό χρονώ, βρισκόταν στο κρεββάτι
να την αφήσω να χαθεί; Την άρπαξα στη πλάτη....


Γιαννέλος Κατσέλης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Οι δύο Σπαρτιάτες

Όταν Ο Κολοκοτρώνης έλεγε στους στρατιώτες του ότι, “Οι Έλληνες και στους Θεούς ορθοί μιλούνε” γνώριζε πολύ καλά την φάση των δυο Σπαρτιατών...